Η οικονοµική και επιχειρηµατική κοινότητα της Ελλάδας συζητά εδώ και χρόνια το θέµα των επενδύσεων στη χώρα.


N.ZARKALIS_CEO WIND HELLAS lowΤου Νάσου Ζαρκαλή, CEO της Wind,
Eφημερίδα “Κεφάλαιο” 29/09/2012


Μας προβληµατίζουν θεµελιώδη ερωτήµατα. Γιατί η Ελλάδα δεν αποτελεί πόλο έλξης ξένων επενδύσεων και πώς θα το αλλάξουµε αυτό; Πώς θα γίνουµε ανταγωνιστικότεροι, ώστε να προσελκύσουµε περισσότερα ξένα κεφάλαια; Προφανώς, η βαθιά και παρατεταµένη ύφεση της ελληνικής οικονοµίας καθιστά το ζήτηµα πιο κρίσιµο από ποτέ, διότι, αν δεν ενισχυθεί η αγορά µε επενδυτικά κεφάλαια, η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν πρόκειται να υπάρξει. Αυτό το απλό γεγονός φαίνεται πως το κατανοούν όλοι οι εµπλεκόµενοι: πολιτικοί, οικονοµολόγοι, επιχειρηµατίες, θεσµικοί φορείς κ.λπ.


Ουδεµία αντίρρηση διατυπώνεται, όλες οι φωνές συγκλίνουν στο ζητούµενο: Η οικονοµία µας χρειάζεται νέες επενδύσεις για να πάρει µπρος και να βγει από τον φαύλο κύκλο της αυτοτροφοδοτούµενης ύφεσης. Γιατί, λοιπόν, το αυτονόητο έχει καταστεί σχεδόν αδύνατο; Ασφαλώς οι µακροοικονοµικοί µας δείκτες έχουν καταβαραθρωθεί και το τοπίο της ελληνικής οικονοµίας, οµολογουµένως, δεν φαντάζει ιδιαίτερα ειδυλλιακό για τους πιθανούς επενδυτές. Όµως, ο κύριος λόγος δεν είναι αυτός.


Θα αναφέρω ένα παράδειγµα από τον κλάδο που εκπροσωπώ ως επικεφαλής της WIND Ελλάς, ώστε να δούµε στην πράξη τι έχει συµβεί µέχρι σήµερα σε ξένους επενδυτές που θέλησαν να δραστηριοποιηθούν στη χώρα µας.


Το 2010, δεύτερο έτος ύφεσης για τις ελληνικές τηλεπικοινωνίες και, φυσικά, για την οικονοµία, έξι διεθνή επενδυτικά κεφάλαια διεκδίκησαν και απέκτησαν µετοχική πλειοψηφία στη WIND Ελλάς. Κατέβαλαν σχεδόν 900 εκατ. ευρώ για να την αποκτήσουν, απαλλάσσοντας παράλληλα την εταιρεία από το σύνολο των δανειακών της υποχρεώσεων. Από την αρχή της κρίσης, δεν υπήρξε άλλη µεγαλύτερη ιδιωτική επένδυση στην Ελλάδα και αυτό έχει ξεχωριστή σηµασία.


Μπορώ να σας πω µε βεβαιότητα πως, όταν οι µέτοχοί µας κατήρτισαν το επενδυτικό τους πλάνο, γνώριζαν πολύ καλά την ευρύτερη κατάσταση και ήξεραν, επίσης, ότι ο κλάδος της κινητής τηλεφωνίας διένυε πορεία συνεχούς πτώσης. Το γεγονός ότι δεν δίστασαν να προχωρήσουν αφενός αναδεικνύει την αξία και τις δυνατότητες της ίδιας της WIND, αφετέρου αποτελεί ψήφο εµπιστοσύνης σοβαρών ξένων επενδυτών προς την ελληνική οικονοµία.


Έκτοτε, ενώ η κρίση βαθαίνει και η αγορά της κινητής τηλεφωνίας έχει απολέσει το 40% των εσόδων της, η WIND, µε τη στήριξη των νέων µετόχων της, συνεχίζει να υλοποιεί επενδύσεις. Επενδύσεις που χρηµατοδοτούνται από ίδια κεφάλαια, είναι καθαρά αναπτυξιακές, αφορούν έργα υποδοµών και είναι άµεσα ανταποδοτικές στην οικονοµία. Ήδη από πέρυσι ξεκινήσαµε ένα µεγάλο έργο εκσυγχρονισµού του 3G δικτύου µας, ώστε να αναβαθµίσουµε την εµπειρία χρήσης του Internet από το κινητό δίκτυο, προϋπολογίζοντας για τον σκοπό αυτό 300 εκατ. ευρώ συνολικά έως την ολοκλήρωση του έργου, το 2016. Μόνο το 2011, οι επενδύσεις µας άγγιξαν τα 90 εκατοµµύρια ευρώ.


Παρόµοια είναι και η συνολική εικόνα του κλάδου µας. Παρά τη συνεχή µείωση εσόδων και κερδών, οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας επενδύουν σηµαντικά σε υποδοµές, συµβάλλοντας, έτσι, στην ανάπτυξη της χώρας. Από το 2005 επενδύουµε το 13% των εσόδων µας σε ετήσια βάση.


Το ποσοστό αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και παραµένει σταθερό. Μόνο το 2011, συνολικά ο κλάδος µας επένδυσε 350 εκατ. ευρώ σε υποδοµές.


Είναι, εποµένως, σαφές ότι οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών και οι µέτοχοί τους αποτελούν µεγάλους και σηµαντικούς επενδυτές για την ελληνική οικονοµία. Ας δούµε τώρα τον ρόλο της Πολιτείας απέναντι στον κλάδο. Λογικό είναι κανείς να συµπεράνει ότι οι µέχρι σήµερα αποφάσεις των ιθυνόντων έχουν διευκολύνει τις επενδύσεις που περιέγραψα. Ότι έχουν δηµιουργήσει ένα ασφαλές και υγιές επενδυτικό περιβάλλον, ώστε να νιώθουµε άνετα για τα κεφάλαια που διοχετεύουµε στην αγορά. Λογικό, αλλά δεν συµβαίνει.


Αντιθέτως, έχουν παγιωθεί συνθήκες απολύτως αρνητικές, νοµοθετικά, ρυθµιστικά και φορολογικά:
– Είµαστε η τρίτη χώρα στον κόσµο µε την υψηλότερη φορολογία στη χρήση του κινητού – σχεδόν το 50% στο τελικό κόστος χρήσης είναι φόροι.
– Είκοσι χρόνια τώρα δεν έχει θεσµοθετηθεί ένα λειτουργικό νοµοθετικό πλαίσιο για την ανάπτυξη δικτύων και υποδοµών, ώστε να υλοποιούµε τις επενδύσεις µας χωρίς καθυστερήσεις και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Το θέµα αυτό δεν αφορά µόνο τις τηλεπικοινωνίες. Σηµαντικοί κλάδοι για την ανάπτυξη της χώρας, όπως η ενέργεια, αντιµετωπίζουν τα ίδια νοµοθετικά ελλείµµατα και υστερήσεις.


Με κάθε ευκαιρία, η Πολιτεία αντιµετωπίζει τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας ως εισπρακτικούς µηχανισµούς. Το 2011 προκήρυξε την ανανέωση των αδειών µας, εγγράφοντας στον Προϋπολογισµό το αστρονοµικό ποσό των 270 εκατ. ευρώ. Μια εξέλιξη που κατέπληξε τους επενδυτές µας κι έστειλε ακόµα ένα αρνητικό µήνυµα. Ως WIND καταβάλαµε σχεδόν 93 εκατ. για να ανανεώσουµε το σύνολο των συχνοτήτων µας. Οι πόροι αυτοί θα µπορούσαν να έχουν κατευθυνθεί σε νέες υποδοµές, σε ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στη σταθεροποίηση της οικονοµίας µας µέσω τυπικού πολλαπλασιαστικού αποτελέσµατος.


Πολύ φοβούµαι ότι αντίστοιχη θα είναι και η αντιµετώπιση που µας επιφυλάσσει η Πολιτεία εν όψει της απελευθέρωσης επιπλέον συχνοτήτων µέσω του ψηφιακού µερίσµατος. Θα υποστούµε και πάλι τις συνέπειες µιας κοντόφθαλµης, φοροεισπρακτικής πολιτικής. Αντιλαµβάνεστε, λοιπόν, ότι, ενώ η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να αναγάγει τους επενδυτές του κλάδου µας σε διεθνείς πρεσβευτές της χώρας, που θα συµπαρασύρουν και έτερα διεθνή κεφάλαια προς την οικονοµία µας, όχι µόνο την αφήνει να χαθεί, αλλά πράττει το εντελώς αντίθετο.


Και ερχόµαστε, έτσι, στην καρδιά του προβλήµατος. Δεν προσελκύουµε επενδύσεις, διότι δεν έχουµε µια ουσιαστική, συµπαγή, εθνική µακροπρόθεσµη πολιτική, που να δηµιουργεί εµπιστοσύνη και κίνητρα σε υποψήφιους επενδυτές. Ακόµα και σήµερα, που νιώθουµε ολοένα και πιο έντονα τις επιπτώσεις της ύφεσης στην οικονοµία, δεν τολµάµε να κάνουµε µεταρρυθµίσεις που θα ευνοήσουν τη ροή κεφαλαίων στη χώρα µας και παραµένουµε στάσιµοι σε µικροπολιτικές του παρελθόντος. Αν αυτό δεν αλλάξει σύντοµα, τότε όχι µόνο δεν θα δούµε νέους επενδυτές στην Ελλάδα, αλλά θα εκδιώξουµε και τους υπάρχοντες.