Υπάρχουν “ψηφιακές” ευκαιρίες και στην Αλβανία . Δύο Ελληνες ΙCΤ Managers σταδιοδρομούν εκει και είναι ευχαριστημένοι.
Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2015 – ΒΗΜΑgazino και vima.gr
“Aλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα”. Μια κατάσταση οικεία στην ελληνική πραγματικότητα, με περισσότερους από 1 εκατομμύριο Αλβανούς να έχουν μεταναστεύσει στη χώρα μας τις δεκαετίες του 1990 και του 2000.
Τι γίνεται όμως όταν τα πράγματα αντιστρέφονται; Ελληνες μετανάστες στην Αλβανία, μια φράση που θα ακουγόταν σχεδόν σαν ανέκδοτο για την ελληνική πραγματικότητα στα χρόνια προ κρίσης, είναι ήδη στα Τίρανα.
Πόσο ελκυστική μπορεί να είναι μια αγορά όπου ο βασικός μισθός στον ιδιωτικό τομέα φτάνει τα 155 ευρώ, ο μέσος μηνιαίος μισθός στον δημόσιο τομέα κυμαίνεται περίπου στα 355 ευρώ, ενώ το επίδομα ανεργίας στα 49 ευρώ;
ΙΤ director σε εταιρεία ιδιοκατασκευής και διακόσμησηςζ
“Στα Τίρανα παίρνω την υψηλότερη αμοιβή που έχω λάβει στην καριέρα μου”
Ο Βασίλης Ιωαννίδης, 38 ετών, κλείνει εφέτος στην Αλβανία πέντε χρόνια. Στην αρχή της κρίσης αποφάσισε να μετακομίσει στη γειτονική χώρα. Σπούδασε προγραμματιστής και εργάστηκε στην Ελλάδα 13 χρόνια «ανδρώνοντας» το βιογραφικό του σε μεγάλες εταιρείες.
«Ξεκίνησα ως web developer, συμβάλλοντας σημαντικά στη δημιουργία του πρώτου e-shop του ΟΤΕ, στη συνέχεια εργάστηκα ως προγραμματιστής και σύμβουλος επιχειρήσεων ως τη στιγμή που ανέλαβα θέση ΙΤ manager». Η οικονομική κρίση όμως επηρέασε σύντομα και το δικό του εργασιακό περιβάλλον. «Ο κλάδος μου παρουσίαζε “κοιλιά” τόσο σε επίπεδο αμοιβών όσο και στον δημιουργικό τομέα. Ψαχνόμουν να κάνω κάτι διαφορετικό».
Η πρόταση για τη θέση του ΙΤ director σε μεγάλη αλβανική εταιρεία (Megatek) της φιλοσοφίας «Φτιάξ’ το μόνος σου / Do-it-yourself», (αντίστοιχη της Praktiker), μιας εκ των μεγαλύτερων του κλάδου στα Βαλκάνια, έγινε μέσω ενός φίλου του κάπως διστακτικά: «Μου είπαν ότι υπάρχει ένα project, αλλά δεν ξέρουμε αν θα σου κάνει. Τους ρώτησα “Γιατί; Είναι δύσκολο;” και μου απάντησαν πως δεν είναι θέμα δυσκολίας αλλά χώρας». Οι πραγματικές δυσκολίες στη δουλειά επικεντρώνονται, σύμφωνα με τον Βασίλη, στην έλλειψη εμπειρίας και κατάρτισης που χαρακτηρίζει το επαγγελματικό δυναμικό της Αλβανίας. «Στόχος ενός ΙΤ director είναι να υποστηρίζει τη στρατηγική και τις ανάγκες της εταιρείας μέσω της πληροφορικής, πέραν όμως της σωστής λειτουργίας προγραμμάτων και δικτύων, είναι και η σωστή οργάνωση της ομάδας πληροφορικής και τεχνολογίας του τμήματός του».
«Ως συνολικό πακέτο αμοιβής που περιλαμβάνει το ενοίκιο του σπιτιού, τα εισιτήρια για την Ελλάδα και το αυτοκίνητο, πρόκειται για την υψηλότερη αμοιβή που έχω λάβει στην καριέρα μου», αλλά και οι παράλληλες επαγγελματικές δυνατότητες που του έχουν προταθεί, ως καθηγητής σε τμήματα εκπαίδευσης Microsoft τεχνολογιών, είτε ως σύμβουλος σε εταιρείες. Χαμογελώντας βρίσκει απάντηση στην ερώτηση αν θαυμάζει για κάτι τους Αλβανούς: «Για την ειλικρινή τους προσπάθεια να αλλάξουν. Την πίστη τους σε αυτή την αλλαγή, τη στιγμή που οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν είναι τεράστιες και η βοήθεια από την πολιτεία ανύπαρκτη».
Για τον Κωνσταντίνο Δρίτσα, 39 ετών, εκτός από τις οικονομικές απολαβές, αποφασιστικός παράγοντας για να αφήσει την Ελλάδα ήταν ότι «η Αλβανία είναι σαν να ζεις σε μια επαρχιακή πόλη της ελληνικής περιφέρειας από την οποία μπορείς να πεταχτείς ανά πάσα στιγμή στην Αθήνα». Σπούδασε μάρκετινγκ και μάνατζμεντ συμπληρώνοντας 17 χρόνια στον τομέα της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα σε μεγάλες εταιρείας τηλεπικοινωνιών. «Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια είχα ανοίξει μια δική μου επιχείρηση, την οποία όμως ισοπέδωσε η κρίση». Κάπως έτσι, πριν από έναν χρόνο εγκαταστάθηκε μόνιμα στα Τίρανα.Τα επαγγελματικά δεδομένα στον τομέα του συγκλίνουν και αποκλίνουν ταυτόχρονα με την ελληνική πραγματικότητα.
«Οπως και στην Ελλάδα, υπάρχουν τρεις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Μία ελληνικών, μία τουρκικών και μία διεθνών συμφερόντων. Η αγορά, όμως, είναι εντελώς διαφορετική. Στην Ελλάδα, το 90% των κατόχων χρησιμοποιούν συμβόλαια ενώ εδώ πρόκειται για μια αγορά καρτοκινητού, που παρέχει στις εταιρείες ευρωστία». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατανομή του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού που καταφθάνει. «Στις περισσότερες ξένες μη αλβανικές εταιρείες, τα υψηλόβαθμα στελέχη είναι κυρίως Ελληνες ή Ιταλοί αλλά και αρκετοί Τούρκοι».
«Στην αρχή πιθανώς να αισθάνεσαι πως είναι λίγο προβληματισμένοι και διστακτικοί απέναντί σου. Περισσότερο με τους Ελληνες, λιγότερο με τους Ιταλούς. Εχουν αντιμετωπίσει άλλωστε πολύ ρατσισμό από εμάς, οπότε το βρίσκω απόλυτα λογικό. Ρατσισμό τόσο από Ελληνες στην Ελλάδα όσο και από έλληνες στελέχη που ήρθαν εδώ, αντιμετωπίζοντάς τους ως υποδεέστερους».Οσον αφορά τα οικονομικά, δηλώνει ευχαριστημένος από τον μισθό του:
«Εδώ πληρώνομαι με τη μισθοδοσία που είχα πριν από έξι χρόνια στην Ελλάδα», ενώ συσχετίζοντας το κόστος ζωής αναφέρει πως «ένα γεύμα σε ένα πολύ καλό εστιατόριο στα Τίρανα κοστίζει 20 ευρώ, αντίστοιχα στην Αθήνα κυμαίνεται στα 50 με 70 ευρώ. Είναι μια ευκαιρία να αποταμιεύσεις χρήματα».
«Για εμένα είναι η γη της ευκαιρίας. Σκέφτομαι σοβαρά να ξεκινήσω μια δική μου επιχείρηση εδώ. Το κόστος προσωπικού είναι πολύ χαμηλό και αυτό δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξεις επιχειρηματική δράση σε άλλες χώρες με έδρα την Αλβανία».Πώς είναι, όμως, η καθημερινότητα για έναν δραστήριο Αθηναίο σε μια μικρή βαλκανική πρωτεύουσα;
«Την πρώτη νύχτα που έφτασα στα Τίρανα τρομοκρατήθηκα. Περίμενα να πάρω το αεροπλάνο για να γυρίσω πίσω. Το πρωί είδα μια άλλη εικόνα. Δεν σου κρύβω ότι φοβάμαι περισσότερο όταν κυκλοφορώ το βράδυ στην Αθήνα από ό,τι εδώ».Στην Αλβανία, αυτό που του λείπει είναι το αίσθημα ελευθερίας, ενώ για τους κατοίκους της αναφέρει: «Θαυμάζω την ξεγνοιασιά των Αλβανών. Η ζωή τους είναι πιο απλουστευμένη από τη δική μας. Δεν έχουν χρέη και άγχη, ενώ τα έξοδά τους περιορίζονται στα βασικά αγαθά. Το μόνο αξιοπερίεργο είναι το ότι βλέπεις πάρα πολλά ακριβά αυτοκίνητα».