Από την εφημερίδα: “Καθημερινή” – 19/05/2008

Το νέο στοίχημα που πρέπει να κερδίσει η κυβέρνηση είναι, πλέον, η συμφωνία του Ελληνικού Δημοσίου με την Deutsche Telekom να καταστεί αμφίπλευρα επικερδής. Και για να επιτευχθεί αυτό, η κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει ιδιαίτερα μεγάλη σοβαρότητα στους χειρισμούς που θα υπάρξουν από εδώ και στο εξής, κυρίως σε ό,τι αφορά την επιλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) που θα οριστούν από την πλευρά του ελληνικού Δημοσίου.

Ο βασικός στόχος πρέπει να είναι, στα επόμενα 2 – 3 χρόνια -τα οποία είναι κρίσιμα για την εξέλιξη των σχέσεων των δύο μετόχων- να υπάρξει ένα αποτελεσματικό management που θα φέρει σε πέρας το δύσκολο έργο του ΟΤΕ. Η συμφωνία είναι ισχυρή και από τις δύο πλευρές σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά τους, αλλά για να δουλέψει στην πράξη, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, θα πρέπει να «κουραστούν» πολύ και οι δύο εταίροι.

Τα μέλη του Δ.Σ., τουλάχιστον από την πλευρά του Δημοσίου, έχουν ακόμη πιο κρίσιμο ρόλο για το μέλλον του Οργανισμού, απ’ ό,τι στο παρελθόν. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνον επειδή θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να είναι οραματιστές σε μια επιχείρηση που διατηρεί τα κλειδιά για την «Κοινωνία της Πληροφορίας» στη χώρα μας, αλλά επιπλέον να έχουν ιδιαίτερα μεγάλη αντίληψη, ώστε να αντιλαμβάνονται τις κινήσεις των Γερμανών στο καθημερινό management της επιχείρησης. Αναλυτές της αγοράς εκτιμούν ότι η γερμανική εταιρεία τηλεπικοινωνιών μπορεί να βοηθήσει τον ΟΤΕ στο επίπεδο των προμηθειών (εξοπλισμού, συσκευών κινητής κ.λπ.), όπου μπορούν να επιτευχθούν συνέργειες και μάλιστα άμεσα (π.χ. συσκευές κινητής). Επίσης, η DT έχοντας αντιμετωπίσει σφοδρότερο ανταγωνισμό απ’ ό,τι ο ΟΤΕ, μπορεί να συμβάλει σε μια στρατηγική στη σταθερή τηλεφωνία, έτσι ώστε να διατηρήσει ο ΟΤΕ την κερδοφορία του και τη διεύρυνση των πηγών των εσόδων του.

Από την άλλη πλευρά ωστόσο, οι ίδιοι αναλυτές επισημαίνουν ότι όσο το Δημόσιο έχει το δικαίωμα της προαιρετικής διάθεσης μετοχών (put option), το μάνατζμεντ της εταιρείας, που ελέγχεται από τους Γερμανούς, έχει κάθε λόγο να διατηρεί την τιμή της μετοχής του ΟΤΕ χαμηλά, ειδικά για την περίπτωση άσκησης του δεύτερου put optioπου αφορά το 10%. Αντίθετα, οι υποστηρικτές της συμφωνίας κάνουν λόγο για μη ορθολογική σκέψη και ανάστροφη λογική που κυριαρχεί στην ελληνική πραγματικότητα. «Γιατί θα πρέπει ο μέτοχος του 25% να «σαμποτάρει» την ίδια την επιχείρηση που ελέγχει;», αναρωτιόταν στέλεχος του ΟΤΕ, αποδίδοντας τέτοιου είδους σκέψεις σε… διαστροφή.

Σε ό,τι αφορά το προσωπικό, που είχε αρχίσει να συρρικνώνεται, οι αναλυτές της αγοράς εκτιμούν ότι πλέον καθίσταται δύσκολη μια περαιτέρω μείωση στον ΟΤΕ, δεδομένης της αντίδρασης των συνδικάτων. «Τα συνδικάτα είναι «εξοργισμένα» και σαν συνέπεια, οποιαδήποτε μείωση προσωπικού δεν μπορεί να συζητηθεί σήμερα», έλεγε αναλυτής ξένου επενδυτικού οίκου. Επισημαίνεται ότι στον ΟΤΕ ακόμη εκκρεμεί η μείωση του προσωπικού κατά 666 άτομα, που είχαν μείνει εκτός εθελουσίας εξόδου το 2005.

Τέλος, η κυβέρνηση και η διοίκηση του ΟΤΕ βρίσκεται σε επαγρύπνηση προκειμένου να αντιμετωπίσει μια ενδεχόμενη προσφυγή μετόχων μειοψηφίας. Οι τελευταίοι θεωρούν ότι αγνοήθηκαν από τις συμφωνίες των μεγαλομετόχων και το γεγονός ότι η DT (σχεδόν) απαγορεύθηκε να αγοράσει μετοχές, οδήγησαν στην αντίδραση της περασμένης Πέμπτης, όπου έστειλαν τη μετοχή εκ νέου στα 18-19 ευρώ.