Σε ποσοστό 50% δεν έγινε αποδεκτή η πιστωτική κάρτα των Ελλήνων καταναλωτών στα e-shops.

Άρνηση αποστολής ή παράδοσης αγαθών και υπηρεσιών σε συγκεκριμένα κράτη, διαφοροποίηση της τιμής ανάλογα με την υπηκοότητα του αγοραστή, μη αποδοχή καρτών που έχουν εκδοθεί από πιστωτικά ιδρύματα άλλων κρατών της Ε.Ε. Πρόκειται για κάποιες μόνο από τις μορφές γεωγραφικού αποκλεισμού (geo blocking), που αντιμετώπισε η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων καταναλωτών κατά την πραγματοποίηση αγορών μέσω Διαδικτύου.

Το φαινόμενο του γεωγραφικού αποκλεισμού έχει απασχολήσει σοβαρά το online αγοραστικό κοινό στην Ελλάδα, καθώς μόνο το 10% δεν αντιμετώπισε πρόβλημα σχετικό με γεωγραφικούς περιορισμούς ή αποκλεισμούς κατά τις ηλεκτρονικές αγορές του.

Σύμφωνα με έρευνα, που πραγματοποίησε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή Ελλάδας, σε ποσοστό 50% οι Έλληνες δεν μπόρεσαν να συναλλαγούν με ηλεκτρονικό κατάστημα, διότι δεν έγινε αποδεκτή η πιστωτική τους κάρτα. Επιπλέον, σε ποσοστό 30%, τους επισημάνθηκε έλλειψη δυνατότητας παράδοσης των επιλεγέντων προϊόντων και υπηρεσιών στην Ελλάδα.

Εξάλλου, το 44% των συμμετεχόντων, δηλαδή σχεδόν ένας στους δύο, απάντησε ότι η τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας αυξήθηκε κατά τη διαδικασία παραγγελίας, εξαιτίας της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας. Τέλος, μόνο το 36,36% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωσαν ότι γνωρίζουν που να υποβάλουν καταγγελία σε περίπτωση που αντιμετωπίσουν ανάλογο πρόβλημα.

graph120416_2

Περί geo blocking

Οι συνηθέστερες περιπτώσεις γεωγραφικού αποκλεισμού ή περιορισμού, που αναφέρονται από τους Ευρωπαίους καταναλωτές είναι, κυρίως, η άρνηση αποστολής ή παράδοσης αγαθών και υπηρεσιών σε ορισμένα κράτη – μέλη. Μάλιστα, τις περισσότερες φορές, η άρνηση αυτή εκδηλώνεται κατά το στάδιο της ολοκλήρωσης της παραγγελίας, όταν, δηλαδή, ο καταναλωτής έχει ήδη συμπληρώσει αρκετά πεδία, αφιερώνοντας και τον απαιτούμενο χρόνο.

Άλλη συμπεριφορά, που συναντάται συχνά, είναι η άρνηση πρόσβασης σε ιστότοπο εταιρείας άλλου κράτους – μέλους, με κριτήριο τη διεύθυνση IP (ή άλλα τεχνικά μέσα που επιτρέπουν το γεωγραφικό εντοπισμό) που προκύπτει από τη συσκευή ή το δίκτυο του χρήστη. Έτσι, ο καταναλωτής δεν μπορεί να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες και να προβεί σε σύγκριση τιμών και ποιότητας υπηρεσιών ή προϊόντων.

Συνηθισμένη είναι και η αυτόματη ανακατεύθυνση σε “εθνικούς” ιστότοπους, αντί των επιλεχθέντων διασυνοριακών, συνήθως με υψηλότερες τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, χωρίς δυνατότητα ακύρωσης της σχετικής ενέργειας. Συχνό φαινόμενο αποτελεί άλλωστε και η διαφοροποίηση της τιμής ή άλλων όρων ανάλογα με την υπηκοότητα, τη χώρα κατοικίας του πελάτη ή τη γεωγραφική θέση από την οποία έχει πρόσβαση στις υπηρεσίες, αλλά και η μη αποδοχή πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών, που έχουν εκδοθεί από πιστωτικά ιδρύματα άλλων κρατών – μελών της Ε.Ε.

Άλλη πρακτική που εφαρμόζεται είναι οι συμφωνίες διανομής προϊόντων και υπηρεσιών, που αναγκάζουν τον έμπορο να μην πωλεί διασυνοριακά ή σε κάποια κράτη – μέλη της Ε.Ε., εγείροντας ζητήματα παραβίασης του θεσμικού πλαισίου για τον ελεύθερο ανταγωνισμό και τήρησης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.

graph120416

“Φρένο” στο e-commerce

Τα στοιχεία για την Ελλάδα, καθώς και τα αντίστοιχα για την υπόλοιπη Ευρώπη, δείχνουν ότι γενικά εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια, που σχετίζονται με τον γεωγραφικό αποκλεισμό, με τις επιχειρήσεις να επιβάλλουν μονομερείς και αδικαιολόγητους περιορισμούς ή εφαρμόζουν διαφορετικούς όρους σε δυνητικούς πελάτες με βάση την υπηκοότητα ή τον τόπο κατοικίας τους.

“Μολονότι μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η διαφορετική μεταχείριση οφείλεται σε αντικειμενικές και επαληθεύσιμες διαφορές στην κατάσταση των πελατών, ο αδικαιολόγητος γεωγραφικός αποκλεισμός και άλλες μορφές διακρίσεων με βάση την υπηκοότητα ή τον τόπο κατοικίας, αντιβαίνουν σαφώς στις αρχές της Συνθήκης Ε.Ε.”, διαπιστώνει η έρευνα.

Τα μέτρα αυτά, που συνιστούν το λεγόμενο γεωγραφικό αποκλεισμό, περιορίζουν άμεσα ή έμμεσα την πρόσβαση των καταναλωτών σε διασυνοριακές προσφορές, με αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές ορισμένων κρατών – μελών και πρόσβαση σε περιορισμένο εύρος προϊόντων, υπηρεσιών και ψηφιακού περιεχομένου, άρα λιγότερες ευκαιρίες για ορισμένους Ευρωπαίους καταναλωτές στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς.