Εξελίξεις αναμένονται στον ΟΤΕ μετά τη συγκρότηση νέας κυβέρνησης, με βάση τα όσα έχουν δηλωθεί κατά την προεκλογική περίοδο, από στελέχη του κόμματος που συγκροτεί τη νέα κυβέρνηση.

Γράφει η Τέτη Ηγουμενίδη


Παρά το γεγονός ότι πλέον το 30% του μετοχικού του κεφαλαίου του ΟΤΕ έχει εξαγοραστεί από τη γερμανική Deutsche Telecom και μόνον το 20% ανήκει στο ελληνικό δημόσιο (έμμεσα ή άμεσα) ο Οργανισμός παραμένει «ευαίσθητος» σε κάθε αλλαγή πολιτικού σκηνικού.
Οι δηλώσεις στελεχών του κόμματος που θα σχηματίσει τη νέα κυβέρνηση έχουν προϊδεάσει για το τι θα ακολουθήσει. Θα προηγηθεί η ενημέρωση περί της σύμβασης με τους Γερμανούς από τους αρμόδιους υπουργούς και τα στελέχη τους, οπότε εκτιμάται ότι οι όποιες διαδικασίες συζήτησης – εκ νέου διαπραγμάτευσης με τους Γερμανούς δεν θα ξεκινήσουν από την επομένη του ορισμού της νέας κυβέρνησης, αλλά θα παρέλθει ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Εκτιμάται επίσης ότι η βασικότερη παρέμβαση που θα επιχειρηθεί θα είναι στα πρόσωπα που στελεχώνουν το διοικητικό συμβούλιο της επιχείρησης. Με βάση τη σύμβαση που έχει υπογραφεί μεταξύ του δημοσίου και της DT εφόσον ο πρόεδρος και ο διευθύνων είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα ο πρώτος ορίζεται από το δημόσιο και ο δεύτερος από τη γερμανική εταιρεία με τη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης.
Το δικαίωμα του διορισμού του προέδρου το έχει το δημόσιο για όσο διάστημα διατηρεί το 15% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΤΕ, ενώ για όσο χρονικό διάστημα το δημόσιο κατέχει τουλάχιστον 5% του μετοχικού κεφαλαίου – θα διορίζει τα 5 από τα 11 μέλη του διοικητικού συμβουλίου.
Η νέα κυβέρνηση δεν θεωρείται πιθανό να προχωρήσει, τουλάχιστον άμεσα, σε νέα μείωση του ποσοστού του δημοσίου στον ΟΤΕ αξιοποιώντας την option που του δίνει η σύμβαση για την πώληση στη γερμανική εταιρεία ενός επιπλέον 10%. Εκτιμάται όμως παράλληλα με δεδομένη την γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας ότι δεν θα μπει στη λογική επαναγοράς μετοχών από τους Γερμανούς. Άλλωστε, όπως έχει ήδη προλάβει να δηλώσει το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της γερμανικής εταιρείας, Guido Kerkhoff «έχουμε επενδύσει πολλά στον ελληνικό οργανισμό – περί τα 3,8 δισ. ευρώ – και είναι δύσκολο να λάβουμε μία αντιπρόταση, που να μας ικανοποιεί».

Πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια συζήτηση – διαπραγμάτευση μεταξύ των Γερμανών και της νέας κυβέρνησης αναμένεται να έχουν τα θέματα προσωπικού. Η διοίκηση του ΟΤΕ έχει ήδη θέσει θέμα ανάγκης μείωσης του αριθμού των εργαζομένων κατά 2.000 άτομα, η οποία θα μπορούσε να εξοικονομήσει ετησίως 130 εκατ. ευρώ. Είναι σαφές ότι το ζήτημα της μείωσης προσωπικού και μάλιστα από κατηγορίες που δεν βρίσκονται κοντά στη σύναξη είναι κρίσιμο ειδικά στην εποχή που διανύουμε όπου προβλέπεται μεγάλη αύξηση της ανεργίας.
Οι νέες «αναταράξεις» στον ΟΤΕ θα λάβουν χώρα ενώ στην υπόλοιπη τηλεπικοινωνιακή αγορά συντελούνται σημαντικές αλλαγές. Οι εταιρείες οργανώνονται σε μεγαλύτερα σχήματα διεκδικώντας ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Από τις αρχές του χρόνου και μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με πληροφορίες, ο ΟΤΕ έχει απολέσει περί τις 234.000 γραμμές – συνδρομητές που επέλεξαν να εξυπηρετούνται από άλλες εταιρείες. Συνολικά ο ανταγωνισμός – εναλλακτικοί φορείς σταθερής τηλεφωνίας, έχει αποσπάσει 884.000 γραμμές (απελευθερωμένες). Το πώς θα διατηρήσει το μερίδιό του στην αγορά ο ΟΤΕ αποτελεί ένα μείζον ζήτημα για την διοίκησή του, ειδικά τώρα που πλέον και η Cosmote αναμένεται να εμφανίσει αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και ως εκ τούτου παύει να αποτελεί το «σωσίβιο» όσο αφορά τα έσοδά του.