Μια νέα μελέτη που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Microsoft αναδεικνύει τους κινδύνους από το πειρατικό λογισμικό.


6430-online-policeΠαρά το γεγονός ότι ορισμένοι χρήστες υπολογιστών επιλέγουν να χρησιμοποιούν πειρατικό λογισμικό για να εξοικονομήσουν χρήματα, οι πιθανότητες “μόλυνσης” από κακόβουλο λογισμικό για τους καταναλωτές είναι μία στις τρεις και τρεις στις δέκα για τις επιχειρήσεις, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που πραγματοποίησε η IDC για λογαριασμό της Microsoft Corp.


Ως αποτέλεσμα αυτών των “μολύνσεων”, η έρευνα δείχνει ότι οι καταναλωτές θα ξοδέψουν 1,5 δισεκατομμύρια ώρες και 22 δισεκατομμύρια δολάρια για να αντιμετωπίσουν συνολικά τις επιπτώσεις του κακόβουλου λογισμικού (εντοπισμός, επισκευή, ανάκτηση), ενώ αντίστοιχα οι παγκόσμιες επιχειρήσεις θα δαπανήσουν 114 δισεκατομμύρια δολάρια για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κακόβουλου λογισμικού.


Στο πλαίσιο της μελέτης αναλύθηκαν 270 ιστοσελίδες και peer-to-peer (P2P) δίκτυα, 108 λήψεις λογισμικού, καθώς και 155 CD ή DVD, ενώ επίσης πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με 2.077 καταναλωτές και 258 IT managers και CIO σε Βραζιλία, Κίνα, Γερμανία, Ινδία, Μεξικό, Πολωνία, Ρωσία, Ταϊλάνδη, Ηνωμένο Βασίλειο και Ηνωμένες Πολιτείες. Μέσα από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι από το πειρατικό λογισμικό το οποίο δεν έρχεται μαζί με τον υπολογιστή, το 45% είναι από το Internet και το 78% από το λογισμικό αυτό που έχει αποκτηθεί μέσω websites ή P2P δίκτυα συμπεριλάμβανε κάποιου είδους spyware, ενώ το 36% περιείχε Trojans και adware.


«Η πραγματικότητα σχετικά με την εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο είναι ότι οι παραχαράκτες παραβιάζουν τον κώδικα λογισμικού και τον συνδέουν με κακόβουλο λογισμικό», δήλωσε ο David Finn, associate general counsel στο Microsoft Cybercrime Center. «Υπάρχει κακόβουλο λογισμικό που μπορεί να καταγράψει κάθε πάτημα πλήκτρου – επιτρέποντας στους εγκληματίες του κυβερνοχώρου να κλέψουν τα προσωπικά και οικονομικά στοιχεία του θύματος – ή μπορεί εξ αποστάσεως να ενεργοποιήσει το μικρόφωνο και την βίντεο-κάμερα ενός μολυσμένου υπολογιστή δίνοντας στους κυβερνοεγκληματίες εικόνα και ήχο. Ο καλύτερος τρόπος για να προστατέψετε τον εαυτό σας και την περιουσία σας από τους κινδύνους του κακόβουλου λογισμικού, είναι όταν αγοράζετε υπολογιστή να απαιτείτε να έχει γνήσιο λογισμικό».


Η μελέτη της IDC, με τίτλο «Ο επικίνδυνος κόσμος του πλαστού και πειρατικού λογισμικού», παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της διεθνούς πρωτοβουλίας της Microsoft, Play it Safe Campaign, που αποσκοπεί στην ευαισθητοποίηση του κοινού πάνω σε θέματα που σχετίζονται με την πειρατεία λογισμικού.


«Τα ευρήματα της έρευνας είναι ξεκάθαρα: Οι κίνδυνοι παραμονεύουν για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν πειρατικό λογισμικό», δήλωσε ο John Gantz, επικεφαλής ερευνητής της IDC «Ορισμένοι επιλέγουν πειρατικό λογισμικό για να εξοικονομήσουν χρήματα, αλλά καταλήγουν τελικά να χάνουν και σε χρήμα και σε χρόνο, είτε πρόκειται για επιχειρηματικούς, είτε για οικιακούς χρήστες».


Ακολουθούν μερικά από τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας σε καταναλωτές:
– Το 64% των ερωτηθέντων γνώριζε περιπτώσεις ατόμων που είχαν χρησιμοποιήσει πειρατικό λογισμικό και αντιμετώπισαν θέματα ασφάλειας
– Στο 45% των περιπτώσεων, το πειρατικό λογισμικό επιβράδυνε τη λειτουργία των υπολογιστών και το λογισμικό αυτό έπρεπε να απεγκατασταθεί
– Το 48% των ερωτηθέντων επεσήμανε ότι η μεγαλύτερη ανησυχία του όταν χρησιμοποιεί πειρατικό λογισμικό είναι η απώλεια δεδομένων
– Το 29% δήλωσε ότι ανησυχεί περισσότερο για την υποκλοπή των προσωπικών του στοιχείων


Η ενσωμάτωση κακόβουλου λογισμικού σε πειρατικό λογισμικό είναι μία νέα μέθοδος για να παγιδευτούν οι χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών που δεν γνωρίζουν τον πιθανό κίνδυνο.

Η έρευνα της IDC εξέτασε επίσης το υψηλό ποσοστό εγκατάστασης λογισμικού που πραγματοποιούνται από τελικούς χρήστες σε εταιρικούς υπολογιστές, αποκαλύπτοντας έναν ακόμα τρόπο εισαγωγής μη ασφαλούς λογισμικού στο χώρο εργασίας. Παρά το γεγονός ότι το 38% των IT managers αναγνωρίζει ότι αυτό συμβαίνει, το 57% των εργαζομένων παραδέχεται ότι εγκαθιστά λογισμικό στους υπολογιστές εργασίας. Το ανησυχητικό είναι ότι οι ερωτηθέντες παραδέχτηκαν στην IDC ότι μόνο το 30% του λογισμικού που εγκατέστησαν στους υπολογιστές δεν παρουσίασε προβλήματα. Το 65% των IT managers συμφωνεί ότι το λογισμικό που εγκαθίσταται από τους χρήστες αυξάνει τους κινδύνους για την ασφάλεια ενός οργανισμού. Για πολλούς στην επιχείρηση, το λογισμικό που εγκαθίσταται από τους χρήστες αποτελεί “τυφλό” σημείο στη διασφάλιση ενός ασφαλούς δικτύου.

Στη διεύθυνση www.microsoft.com/security οι χρήστες μπορούν να ενημερωθούν σχετικά με το κακόβουλο λογισμικό και να διαπιστώσουν εάν η συσκευή τους διατρέχει κίνδυνο. Στην περίπτωση που εντοπισθεί κακόβουλο λογισμικό, η ιστοσελίδα προσφέρει εργαλεία για την κατάργηση του. Όσοι ενδιαφέρονται να αγοράσουν καινούργιο υπολογιστή, προτείνεται να επιλέξουν μία αξιόπιστη πηγή προκειμένου να διασφαλίσουν την αγορά γνήσιου λογισμικού της Microsoft.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την έρευνα της IDC είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα της Play it Safe Campaign Microsoft, http://www.play-it-safe.net/ και στο Newsroom, http://www.microsoft.com/news/ipcrimes.