Εμπιστευόμαστε πάντα το σώμα μας ότι θα μας ενημερώσει όταν βρίσκεται σε πιθανή σοβαρή κατάσταση κινδύνου που πρέπει να αποφευχθεί. Είναι τρομακτική η αντίδραση του αισθητήριου «ραντάρ» που μεταφράζεται σε αίσθημα φόβου, όπως για παράδειγμα σε πιθανή διαρροή ραδιενέργειας ή στην εμφάνιση ενός δηλητηριώδους φιδιού.

Ωστόσο, η πιο σημαντική αίσθηση για την κοινωνική μας συναναστροφή είναι αυτή της ακοής. Από την άλλη όμως, όσο σημαντική είναι η ακοή, τόσο εύκολα μπορούμε να της προκαλέσουμε μόνιμη, μερική ή ολική καταστροφή χωρίς καμία προφανή προειδοποίηση ή πόνο. Ως επαγγελματίες του ήχου όπου ένα από τα σημαντικότερα «εργαλεία» μας είναι τα αυτιά μας, θα πρέπει να γνωρίζουμε όλα τα παραπάνω και να φροντίζουμε να διδάσκουμε και τα παιδιά μας.

Στο επίπεδο του ήχου όπου η ακρόαση γίνεται μέσω ακουστικών ή ηχείων, παράγεται μια ηχητική ενέργεια – πίεση, η οποία επί της ουσίας είναι ο ηθικός αυτουργός πιθανών ακουστικών βλαβών. Το ακουστικό σοκ όπου η βλάβη της ακοής μπορεί να αναπτυχθεί πολύ γρήγορα, είναι πιο επιρρεπές σε φυσικές πηγές αν δεν τηρείται κανονική απόσταση λειτουργίας – ακρόασης ή ασφαλές επίπεδο έντασης (volume) όταν ο ήχος αναπαράγεται μέσω ακουστικών.

Σε μία απόφαση του High Court, ένας Βρετανός βιολονίστας κέρδισε υπόθεση κατά της Βασιλικής Όπερας του Λονδίνου, καθότι κατά την διάρκεια μιας πρόβας τοποθετήθηκε μπροστά από το section των Χάλκινων πνευστών με αποτέλεσμα σοβαρού ακουστικού τραυματισμού. Αυτή η υπόθεση μπορεί να αποτελεί δεδικασμένο και να αποτελέσει προηγούμενο για περιπτώσεις που σχετίζονται με επαγγελματίες του ήχου όπου ο χρόνος έκθεσής τους θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος από τον επιτρεπτό.

Νέες ιατρικές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είμαστε υπερβολικά αισιόδοξοι όσον αφορά την έκταση της ηχητικής έκθεσης που απαιτείται για την εμφάνιση ακουστικού τραύματος. Καταστροφή μπορεί να υποστεί όχι μόνο το όργανο, το οποίο μετατρέπει την μηχανική ενέργεια σε δυναμικές μετατοπίσεις αλλά και ο κοχλίας. Τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες μπορούν να υποστούν τα νεύρα και οι συνάψεις περαιτέρω προς τα πάνω στον ακουστικό πόρο, καθώς ο νευροδιαβιβαστής προωθεί γλουταμινικό οξύ. Επιπλέον, τέτοιες επιζήμιες επιδράσεις δεν παρατηρούνται γενικά μόνο εβδομάδες μετά την έκθεση, μπορεί να χρειαστούν ακόμη και χρόνια τυποποιημένων κλινικών δοκιμών για να αποκαλυφθεί ένα πρόβλημα.

Σε γενικές γραμμές θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι όταν τα ηχητικά επίπεδα υπερβαίνουν τα 80 dB SPL, για κάθε 3 dB αύξησης του ηχητικού επιπέδου ο χρόνος έκθεσης θα πρέπει να μειωθεί κατά το ήμισυ διατηρώντας έτσι την αρχική ηχητική ενέργεια που θα είχαμε πριν την αύξηση. Το παρακάτω σχήμα απεικονίζει τις τυπικές καταστάσεις έκθεσης συμπεριλαμβανομένων μουσικών – ηχοληπτών κτλ. Οι γκρίζες περιοχές θα πρέπει να αποφεύγονται και λαμβάνοντας υπόψιν τα παιδιά, τότε μιλάμε για μια πραγματική μείωση 5-6 dB χαμηλότερα δηλαδή 75 dB και όχι 80 dB SPL σε μια γενική βάση οκτάωρης έκθεσης.

Όπως και με την έκθεση στον ήλιο, κάθε άτομο έχει το δικό του όριο για το επίπεδο έκθεσης του ήχου που μπορεί να αντέξει πριν αναπτύξει την απώλεια της ακοής, αλλά κρίνοντας ποιος είναι πιο ευάλωτος είναι πολύ πιο δύσκολο από το να κοιτάς απλά το δέρμα ή το χρώμα των μαλλιών ενός ατόμου καθότι οι τραυματικές επιπτώσεις της ακοής είναι μη εμφανής με μια ματιά και πολλές φορές εκδηλώνονται πιο αργά από μια δερματική πάθηση. Στο κομμάτι του επαγγελματικού ήχου, η φασματική ισορροπία, η απεικόνιση L / R και η αναλογία μέγιστου επιπέδου έντασης παίζουν τον δικό τους ρόλο.

Η εφαρμογή της Genelec με το GLM μπορεί να σας βοηθήσει να αποφύγετε την κόπωση του ακροατή και την υπερβολική έκθεση με δύο τρόπους:

1) Σας επιτρέπει να παρακολουθείτε το SPL καθώς εργάζεστε και
2) προσφέρει ένα ρυθμιζόμενο επίπεδο έτσι ώστε να μπορείτε να εργαστείτε και η πιθανή μεγάλη οξύτητα του ήχου να γίνεται προβλέψιμη χωρίς να αφήνει περιθώρια εξέλιξης υψηλών επιπέδων.

Thomas Lund
Senior Technologist